“Τα παιδιά του Παραδείσου” του Μαρσέλ Κανέ

Σκηνοθεσία: Marcel Carné
Σενάριο: Jacques Prévert
Παραγωγή: Raymond Borderie
Μουσική: Joseph Kosma, Maurice Thiriet
Μοντάζ: Henri Rust, Madeleine Bonin
Κοστούμια: Antoine Mayo
Σκηνικά: Alexandre Trauner
Διευθυνση Φωτογραφίας: Roger Hubert
Γλώσσα: Γαλλική
Έτος: 1945
Πρωταγωνιστούν: Arletty, Jean Louis Barrault, Pierre Brasseur, Marcel Herrand, Pierre Renoir, Maria Casarès, Louis Salou

Ένας παθιασμένος παιάνας για τη ζωτική σημασία και την αμφίδρομη σχέση ελευθερίας και καλλιτεχνικής δημιουργίας
Υποψήφιο για Oscar Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου 1947
“Παθιασμένο… καθηλωτικό”
The New York Times
“Το όσα παίρνει ο άνεμος των Arthouse ταινιων”
The Village Voice
“Ένα μνημείο του Γαλλικού Κινηματογράφου”
The Guardian
Στους κινηματογράφους σε επανέκδοση με καινούργιες κόπιες 35 mm
Παρίσι στην εποχή του ρομαντισμού. Η Λεωφόρος του Εγκλήματος- ή αν προτιμάτε η Λεωφόρος του Saint-Martin. Οι ήρωες εκείνης της εποχής: ο Frédérick Lemaitre, ο Δανδής του Μπουλβάρ, ο Debureau, ο μίμος που ταυτίστηκε με τη μορφή του Πιερώτου, όπως ο Τσάπλιν με τον Σαρλώ, ο Lacenaire, δολοφόνος λογοτέχνης, ενσάρκωση της ματαιότητας, η φανταστική Garance. Τέλος, τα μυθολογικά σκηνικά της ρομαντικής ζωής, ένα ντεκόρ που συμμετέχει στην κινηματογραφική συνθήκη των Αθλίων, Των Μυστηρίων του Παρισιού του Goriot που διαφέρει πολύ από την άσπρη, κρύα κατασκευή των Βραδινών Επισκεπτών.
Στο επίκεντρο του δράματος βρίσκεται ο ανεκπλήρωτος έρωτας της Γκαράνς και του Ντεμπιρώ. Οι χαρακτήρες είναι ζωντανοί, συμπαθείς, παθιασμένοι και οι περιπέτειές τους ενδιαφέρουσες.
Τα θέματα, όμως, που πραγματεύεται η ταινία και τα δίπολα που εγείρει, ενδιαφέρουν πολύ περισσότερο από την πλοκή. Η πόλη και το θέατρο, πρόσωπα φανταστικά και πρόσωπα πραγματικά, το θέατρο και η παντομίμα. Ο βωβός και ο ομιλών κινηματογράφος. Το θέατρο και το σινεμά, οι ηθοποιοί και οι άνθρωποι, με μια λέξη η τέχνη κι η ζωή. Αυτές οι θεματικές, αυτοί οι προβληματισμοί, αυτά τα δίπολα δεν μελετώνται αφαιρετικά, μα αποτελούν μέρος της δράσης. Είναι πανταχού παρόντα ακόμα κι αν κάποια μάτια δεν μπορούν να τα δουν. Η παρουσία τους, πάντως είναι αυτή που προσδίδει στο έργο μια πνοή και μια κινητήρια δύναμη που σπάνια επιτυγχάνεται στον κινηματογράφο. Αυτή η ταινία είναι μια από τις σημαντικότερες που γυρίστηκαν ποτέ στον κόσμο. Ο ιστορικός θα τη χρησιμοποιεί ως σημείο αναφοράς.
Όλη η τέχνη του Καρνέ έγκειται στο μέτρο της ισορροπίας. Η τεχνική του είναι τόσο άρτια που την ξεχνάμε. Σίγουρος για την τέχνη του, καταπιάνεται με επεισόδια που θα μπορούσαν να θεωρηθούν απεχθή και αποκρουστικά. Ένα μασκαρεμένο παιδί που η παρουσία του δεν μπορεί να εμποδίσει τον πατέρα του απ’ το να εγκαταλείψει τη μητέρα του, ένας πρωτοπόρος μίμος που χάνεται μέσα στο πλήθος ως ένας απ’ αυτούς που αποτελούν το κοινό του. Αυτά είναι πολύ επικίνδυνα θέματα. Ο Carné, έκανε πράγματι τέχνη, και μάλιστα πολύ υψηλή. Το φινάλε των Παιδιών του παραδείσου είναι ένα κομμάτι ανθολογίας.
Εξαιρετικοί ερμηνευτές τίθενται στην υπηρεσία του σκηνοθέτη, πάνω στους οποίους φανερά έγραψε τους ρόλους ο Prévert. Η Αρλετί θα αποχαιρετήσει το κοινό με την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας της. Ο Πιέρ Μπρασέρ φτάνει την τέχνη του σε αξεπέραστα ύψη στο ρόλο του ηθοποιού για τον οποίον είχε γραφτεί “ αναστάτωση και ιδιοφυΐα« désordre et génie ». Αν ο Λεμαίτρ του δεν ήταν ιστορικό πρόσωπο θα έμενε στην ιστορία σαν τύπος. Ο Ζαν Λουί Μπαρώ που δεν ήταν στο σινεμά πρώτο όνομα ως ηθοποιός, καθώς το μεγαλύτερο ταλέντο του είναι αυτό του μίμου. Εδώ μπορεί να θέτει τα εκφραστικά του μέσα σε εφαρμογή, και είναι εξαιρετικός. Όταν ο ηθοποιός ξαναγίνεται άνθρωπος, μας φαίνεται πιο ανθρώπινος γιατί είναι ο Πιερώτος.
Το λάβαρο της ταινίας είναι ότι η τέχνη γεννά τη ζωή και όχι η ζωή την τέχνη. Τα τρία χτυπήματα και μόλις ανοίξει η αυλαία ξέρουμε πως μπαίνουμε στον σκηνικό κόσμο. Αν οι χαρακτήρες κατέβουν από τη σκηνή, κάνουν τα πέντε βήματα που τους χωρίζουν από την πλατεία, δεν παύουν να είναι καλλιτέχνες και ως τέτοιους τους αντιμετωπίζουμε καθώς διακρίνουμε την ευαισθησία, το ταλέντο, την εξυπνάδα τους και γι’ αυτό δεν νιώθουμε τη μετριότητα της ζωής τους. Ο Μαρσέλ Εράν που παίζει τον Λασνέρ και ο Φιλίπ Σαλού τον κόμη, το αντιθετικό του δίπολο, είναι ψυχροί και συνάμα ισχυροί σαν οπλισμένα περίστροφα.
Όλοι οι βασικοί ρόλοι είναι άριστα παιγμένοι. Όλοι τους ξεχωρίζουν προσωπικά αλλά στη σκηνή των Σαλτιμπάγκων υπάρχει απόλυτη σύμπνοια.
Εύχομαι τα δύο μέρη της ταινίας να προβάλλονται πάντοτε μαζί. Αυτό το μνημείο είναι ένα αδιάσπαστο σύνολο. Αν προβληθεί μόνο το μισό διακινδυνεύουν μια αποτυχία και για τον παραγωγό αλλά και για το γαλλικό σινεμά στο σύνολό του. Καθώς η ποιότητα αυτής της ταινίας υπηρετεί το μεγαλείο και την ισχύ της χώρας μας, με μια λέξη, τη δική μας προπαγάνδα. Το πρεστίζ μας έγκειται στην επιτυχία της.
Georges Sadoul
Les Lettres françaises 17 mars 1945
Film Review
Ο ποιητικός ρεαλισμός φτάνει στα ύψη στα με τα «Παιδιά του Παραδείσου». Με μοναδική επιδεξιότητα συνδυάζει το θέατρο, τη λογοτεχνία, τη μουσική, ανασταίνοντας το θυελλώδη κόσμο του Παρισιού, του 19ου αιώνα, γεμάτο με γυρολόγους και αριστοκράτες, κλέφτες κι εταίρες, προαγωγούς και μάντεις.
Criterion
Στο Παρίσι του 19ου αιώνα το αυτό γαλλικό δράμα, με τα μεγάλα πάθη μας απορροφά για 190’. Η ταινία έχει παραχθεί κατά τη διάρκεια μιας διετούς περιόδου κάτω από απόλυτη μυστικότητα, μιας και η Γαλλία ήταν υπό Ναζιστική κατοχή. Πολλοί από τους ηθοποιούς και τα μέλη της παραγωγής, μαζί και ο σεναριογράφος, είχα συλληφθεί, για την συμμετοχή τους στην Αντίσταση. Τα παιδιά του Παραδείσου είναι μία από τις μεγάλες ρομαντικές κλασσικές ταινίες του διεθνούς κινηματογράφου.
All Movie Magazine
Αυτή η φιλόδοξη Γαλλική ταινία μας αποκαλύπτεται ως ένα μυστηριώδες μείγμα εσωτερικότητας, ομορφιάς και ρομαντισμού. Αστραφτερές πινελιές εξαίρετης μιμικής τέχνης και φρέσκου Γαλλικού χιούμορ παντρεύονται με την όχι άγνωστη στο Χόλλυγουντ ιδέα της femme fatale που οδηγεί τους άντρες στην καταστροφή, σε μια εκπληκτική σεναριακή και σκηνοθετική απόδοση.
Variety, απόσπασμα
Όταν η Γαλλία καταλαμβάνεται το 1940, ο Καρνέ αποφασίζει να συνεχίσει να εργάζεται, χρησιμοποιώντας ιστορικά θέματα και σκηνικά για να αποφύγει τη λογοκρισία κι επαφίεται στο εξαιρετικό επιτελείο τεχνικών του για να επιτύχει τους στόχους του. Και στις δύο ταινίες του Les Visiteurs du soir και Les Enfants du Paradis υποβόσκει μια σκληρή κριτική για την Γερμανική Κατοχή κάτω από την επίφαση μιας ιστορικής ίντριγκας. Τα μεταπολεμικά του έργα υπολείπονται κάπως, συγκριτικά, παρόλο που η δεξιότητα του Καρνέ να χειρίζεται το καστ του δεν κλονίστηκε ποτέ. Έδωσε λαμπρές ευκαιρίες σε πολλά νέα ταλέντα όπως ο Yves Montand, Gérard Philippe, Laurent Terzieff και Jean-Paul Belmondo, καθώς συνέχιζε να συνεργάζεται με επιβλητικά ονόματα όπως ο Gabin και η Arletty. Συνέχιζε να σκηνοθετεί ως και τα 70 του κι έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1980, όντας ο πρώτος σκηνοθέτης που απέλαβε τέτοιας τιμητικής διάκρισης. Δύο χρόνια νωρίτερα, Τα Παιδιά Του Παραδείσου είχαν εκλεγεί ως η καλύτερη ομιλούσα Γαλλική ταινία όλων των εποχών, κι αυτό οδήγησε στη βράβευση του Καρνέ με το ειδικό βραβείο “César des Césars” στην ετήσια τελετή απονομής στο Παρίσι το 1979.
Jenny (1936)
Drôle de Drame ou L’ étrange Aventure du Docteur Molyneux (1937)
Le Quai des Brumes (1938)
Hôtel du Nord (1938)
Le Jour se Lève (1939)
Les Visiteurs du Soir (1942)
Les Enfants du Paradis (1945)
Les portes de la Nuit (1946)
La Fleur de l’âge(1947)
La Marie du Port (1950)
Juliette ou La Clef des Songes (1951)
Thérèse Raquin (1953)
L’air de Paris (1954)
Le pays d’où Je Viens (1956)
Les Tricheurs (1958)
Terrain Vague (1960)
Du Mouron pour les petits Oiseaux (1963)
Trois Chambres à Manhattan (1965)
Les Jeunes Loups (1968)
Les Assassins de l’Ordre (1971)
La Merveilleuse Visite (1974)
La Bible (1977)